Πόνοι στη μέση και νευρογλοία
Η νευρογλοία είναι η δομή γύρω από του νευρώνες σε όλο το κεντρικό νευρικό σύστημα, δηλαδή τόσο στον εγκέφαλο όσο και στο νωτιαίο μυελό, η οποία προστατεύει και «τροφοδοτεί» αυτά.
Η νευρογλοία είναι η δομή γύρω από του νευρώνες σε όλο το κεντρικό νευρικό σύστημα, δηλαδή τόσο στον εγκέφαλο όσο και στο νωτιαίο μυελό, η οποία προστατεύει και «τροφοδοτεί» αυτά.
Κατά τη διάρκεια μίας θεραπευτικής αγωγής των ασθενών με προβλήματα επιληψίας προέκυψαν νέες γνώσεις σε ότι αφορά τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Η όλη λειτουργία του εγκεφάλου ρυθμίζεται κατά κάποιον τρόπο από την ηλεκτρική δραστηριότητα των κυττάρων. Αυτή η ηλεκτρική δραστηριότητα είναι καθορισμένη γενετικά˙ ποια και πόσα ιόντα θα «μπουν» και θα «βγουν» από τη μεμβράνη του κυττάρου δημιουργώντας το ανάλογο ηλεκτρικό ρεύμα για την κάθε λειτουργία.
Μέσα στον εγκέφαλο σε ορισμένες καταστάσεις, τραυματικές, λοιμώδεις κ.τ.λ., δημιουργείται ένας ερεθισμός κάποιων κυττάρων τα οποία μέσω αυτού του αιτίου οδηγούνται σε μία υπερσύγχρονη δραστηριότητα εκφορτίσεων.
Προκειμένου να γίνει αντιληπτό ένα επώδυνο συναίσθημα, προέχει ένας ερεθισμός κάποιου ιδιαίτερα ευαίσθητου νευροκυττάρου στην περιφέρεια.
Σε διάφορες εγκεφαλικές βλάβες και κυρίως σε περιπτώσεις επιληψίας ή εγκεφαλικών επεισοδίων έχουμε τη δυνατότητα χρησιμοποιώντας το διακρανιακό μαγνητικό ερεθισμό και προκαλώντας παρόμοια λειτουργία μ’ αυτήν των κυττάρων που έχουν καταστραφεί την αντικατάστασή τους από άλλα υγιή κύτταρα.
Ο διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός «έδωσε» το έναυσμα προκειμένου να εφαρμοστεί μία προγενέστερη νευρολογική γνώση.
Ανάλογα με τη συχνότητα ερεθισμού, ο διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός έχει τη δυνατότητα να μπλοκάρει ορισμένα εγκεφαλικά νευρωνικά τόξα.
Σε καταστάσεις χρόνιας κόπωσης από διάφορες αιτίες, η χρήση του διακρανιακού μαγνητικού ερεθισμού αποτελεί ουσιαστική μέθοδο.
Ο διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός αποτελεί μία ανακάλυψη σε ότι αφορά την εφαρμογή του σε περιπτώσεις νευροψυχιατρικών παθήσεων.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της σύγχρονης νευρολογίας είναι εκείνες οι παθήσεις που συνδέονται με διαταραχές της μάθησης ή μετά από μία νευρολογική νόσο.
Σε ότι αφορά το νευρικό σύστημα, ο μαγνητικός ερεθισμός και γενικά τα μαγνητικά πεδία έχουν μία πολύ συγκεκριμένη ιδιότητα.
Ερεθίζοντας τα εγκεφαλικά κύτταρα με μαγνητικά πεδία μπορούμε να καταγράψουμε εκδηλώσεις και λειτουργίες του νευρικού συστήματος.
Την τελευταία δεκαετία μία σειρά νέων νευρολογικών ερευνών ταυτόχρονα με θεραπευτικές προσπάθειες έχουν δείξει ότι ο διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός μπορεί να εφαρμοστεί σε ποικίλες νευροψυχιατρικές παθήσεις με συγκεκριμένη μέθοδο και επιτυχία.
Η ντοπαμίνη αποτελεί ένα νευροδιαβιβαστή που υποβοηθάει τη μεταβίβαση ερεθισμάτων μεταξύ των εγκεφαλικών συνάψεων˙ παράγεται κυρίως από κύτταρα του ίδιου του εγκεφάλου σε συγκεκριμένες περιοχές.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στο πανεπιστήμιο Μακ-Γκιλ του Μόντρεαλ του Καναδά, δύο πρωτοπόροι νευροεπιστήμονες, ο Τζέιμς Όλντ και ο Πήτερ Μίλνερ, πρότειναν την ιδέα ενός εγκεφαλικού «κέντρου» ηδονής.
Έχει διαπιστωθεί ότι οι διαταραχές της μνήμης συνοδεύονται από επιληπτικές κρίσεις μικρής ή μεγάλης έντασης.
Στο στέλεχος του εγκεφάλου υπάρχουν οι πυρήνες του τριδύμου νεύρου οι οποίοι είναι ενωμένοι μεταξύ τους.
Πρόκειται για μία νέα τακτική η οποία χρησιμοποιείται ευρύτατα στην αποκατάσταση των νευρολογικών παθήσεων.
Ήδη από τις ασκήσεις γυμναστικής που μαθαίναμε μικροί στο σχολείο, γνωρίζουμε την αποτελεσματικότητά τους σε ότι αφορά την εκμάθηση της κίνησης αλλά και την ανάπτυξη της πνευματικής ευεξίας.